3.1.12

Ημι-τασσιον

Βαρηλατώ, βαρηλατάς, βαρηλατά...

2 comments:

  1. Βαρηλάτης (ο): (βαρύ – ηλάτης) επίμονος, φορτικός, φλυαρών στο ίδιο θέμα, «τρώγων τα αυτιά», βραδυμίλητος.
    a. pounding on the same, tattler, persistent, persisting on a point, slow-talker.
    Από το λεξικό «Το Κυπριακό Ιδίωμα» του Ρόη Παπαγγέλου, σελ. 144, Εκδόσεις ΙΩΛΚΟΣ.

    ReplyDelete
  2. Αφού σε όλους μας αρέσουν οι "βούτες" άλλωστε, γιατί να το κρύψουμε;

    πατέ-ντιπ.

    http://www.yumyum.gr/apps/gr/gbrowse/pate-ntip/


    word verification - allanico!

    ReplyDelete

Πείτε το σχόλιο σας...
Παρακαλόυμε να είστε κάπως ΚΟΣΜΙΟΙ.
Αισχρά σχόλια θα διαγράφονται
Ευχαριστόυμε.